Η Μελωδία της Ευτυχίας (1965)



Η Μελωδία της Ευτυχίας (1965)

Η Μελωδία της Ευτυχίας (1965)

  
The Sound of Music (1965)The Sound of Music (1965)
"Η Μελωδία της Ευτυχίας" 
★★★★★★★★★☆
Στο Ζάλτσμπουργκ της Αυστρίας, λίγο πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μαρία, μια νεαρή δόκιμη μοναχή με ανήσυχο πνεύμα, δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις αυστηρές απαιτήσεις της μοναστικής ζωής. Η ηγουμένη, αναγνωρίζει ότι τόσο η αγάπη της Μαρίας για τη ζωή, τη μουσική και τα βουνά όσο και η έλλειψη πειθαρχίας και ο ενθουσιασμός της δεν την καθιστούν κατάλληλη για τη ζωή στο μοναστήρι. Έτσι, τη στέλνει να εργαστεί ως γκουβερνάντα στη βίλα του χήρου απόστρατου πλοιάρχου Γκέοργκ Φον Τραπ για να αναλάβει τη φροντίδα των 7 ζωηρών παιδιών του. (174 λεπτά) (Ηλικία: 6+)
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Γουάιζ
Ηθοποιοί: Τζούλι Άντριους, Κρίστοφερ Πλάμερ, Έλινορ Πάρκερ, Ρίτσαρντ Χέιντεν, Πέγκι Γουντ

Το συναισθηματικό κλασικό μιούζικαλ, το οποίο εμπνέεται από τα απομνημονεύματα της Μαρία Φον Τραπ “The Story of the Trapp Family Singers” που δημοσιεύθηκε το 1949, αποτέλεσε τεράστια κριτική επιτυχία. Η Μελωδία της Ευτυχίας (1965) έλαβε 10 υποψηφιότητες για Όσκαρ και 5 νίκες. Ανάμεσά τους τιμήθηκε και με τα δύο σημαντικότερα βραβεία της Ακαδημίας, αυτά της Καλύτερης Ταινίας και της Σκηνοθεσίας. Το Όσκαρ Σκηνοθεσίας αποτέλεσε τη δεύτερη τέτοια διάκριση στην καριέρα του Ρόμπερτ Γουάιζ μετά τη βράβευσή του για το, επίσης μιούζικαλ, West Side Story (1961). Επίσης, η ταινία κατέκτησε την 4η θέση στη λίστα του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου (AFI) με τα Καλύτερα Κινηματογραφικά Μιούζικαλ όλων των εποχών. Επιπλέον, με την κυκλοφορία της έσπασε το ρεκόρ εισπράξεων που κατείχε για σχεδόν 3 δεκαετίες η ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος (1939). Προσαρμοσμένα στον πληθωρισμό, τα έσοδα τις ταινίας ξεπερνούν τα 2,5 Δισεκατομμύρια δολάρια, ένα ποσό που την κατατάσσει μέσα στις 10 εμπορικότερες ταινίες όλων των εποχών.

Τα καλλιτεχνικά στοιχεία

Αν και η διάρκειά της, που σχεδόν αγγίζει τις 3 ώρες, θα μπορούσε να κάνει τους νεαρότερους θεατές να χάσουν το ενδιαφέρον τους, στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο δύο σύντομες σκηνές που ενέχουν αυτόν τον κίνδυνο. Ο γρήγορος ρυθμός της υπόλοιπης ταινίας, η ασυγκράτητη ενέργεια, οι σκανδαλιές και τα παιχνίδια των παιδικών χαρακτήρων και η, υποψήφια για Όσκαρ, θελξικάρδια ερμηνεία της Τζούλι Άντριους αιχμαλωτίζουν την προσοχή των παιδιών. Αισθητικά η ταινία ωφελείται από τα μαγευτικά τοπία των Άλπεων, τα βραβευμένα με Όσκαρ σκηνικά, κοστούμια και μουσικά θέματα. Τα διαχρονικά τραγούδια “The Sound of Music”, “Do-Re-Mi,” “My Favorite Things,” “Edelweiss” και “So Long, Farewell”, συγκροτούν ένα άλμπουμ το οποίο το 2015 αναγνωρίστηκε από το Billboard ως το καλύτερο soundtrack όλων των εποχών και δεύτερο καλύτερο άλμπουμ σε όλες τις κατηγορίες μετά από το ‘21’ της Adele.

Η πλοκή της ταινίας Η Μελωδία της Ευτυχίας (1965)

Αν και αποφασισμένη να γίνει καλόγρια σε ένα αυστριακό μοναστήρι, η Μαρία λόγω της ζωντάνιας της δεν καταφέρνει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της ζωής που επέλεξε. Η ηγουμένη σύντομα συνειδητοποιεί πως η Μαρία πρέπει να γνωρίσει τον πραγματικό κόσμο πριν πάρει τους όρκους της. Γι' αυτό τη στέλνει να αναλάβει τη θέση της γκουβερνάντας στο σπίτι του πλοιάρχου Γκέοργκ Φον Τραπ. Εκεί, η Μαρία ανακαλύπτει ότι ο πλοίαρχος είναι απόμακρος και συχνά απών από το σπίτι του, το οποίο διοικεί τόσο αυστηρά όσο και τα πλοία που κυβερνούσε. Τα 7 παιδιά του είναι δυσαρεστημένα και ανυπότακτα στις γκουβερνάντες που προσλαμβάνει ο πατέρας τους, καταφέρνοντας να τις διώχνουν τη μία μετά την άλλη. Αρχικά και η Μαρία αντιμετωπίζει την ίδια εχθρότητα. Όμως χάρη στην ευγένεια, την υπομονή, την κατανόηση, το χιούμορ και την ευδιαθεσία της καταφέρνει να κερδίσει την αγάπη και την εμπιστοσύνη των παιδιών.

Καθώς η Μαρία διδάσκει στα παιδιά να τραγουδούν και να παίζουν ελεύθερα στη φύση, γεμίζει τη ζωή τους χαρά, από την οποία επηρεάζεται θετικά και ο πατέρας τους. Τελικά ο Πλοίαρχος και η Μαρία ερωτεύονται, γεγονός που δημιουργεί στον καθένα τους εσωτερικές συγκρούσεις, καθώς ο Γκέοργκ σκόπευε να παντρευτεί τη βαρόνη Έλσα Σρέντερ, ενώ η Μαρία είναι ακόμα δόκιμη μοναχή. Παράλληλα, την οικογένεια επηρεάζουν και παγκόσμια γεγονότα. Οι Ναζί προσχωρούν στην Αυστρία, και ο πολέμιος του ναζισμού Φον Τραπ καλείται να υπηρετήσει στο Γερμανικό πολεμικό ναυτικό.

Θέματα και μηνύματα

H ιστορία προσφέρει πολλά και αξιόλογα μηνύματα για την αγάπη και την οικογένεια. Επίσης προβάλλει τη σημασία, τη ζεστασιά, την οικειότητα και το παιχνίδι που τα παιδιά χρειάζονται για να μεγαλώσουν ευτυχισμένα. Επιπλέον, τονίζεται πως, αν και δύσκολο κατά καιρούς, είναι ζωτικής σημασίας και άκρως ικανοποιητικό το να τολμά κανείς να βρει τη θέση του στον κόσμο, αλλά και να παραμένει πιστός στις πεποιθήσεις του.

Αν και μέρος της ταινίας πραγματεύεται τον πόλεμο δεν παρουσιάζει βιαιοπραγίες. Μόνο κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10 λεπτών σημειώνονται μία ήπια αγωνιώδη καταδίωξη και μια σύντομη αναμέτρηση. Ταυτόχρονα προσφέρει ένα σημαντικό αντιπολεμικό μήνυμα και παρουσιάζει, χωρίς να κουράζει, τον τρόπο με τον οποίο καθημερινά νεαρά αγόρια οδηγήθηκαν στη μάχη έχοντας κατηχηθεί στο φασισμό και στη «δόξα» του πολέμου. Ακόμα πιο σημαντική είναι η εξέταση του πασιφισμού και της απουσίας της επιλογής του να μην συμμετάσχει κανείς σε μία μάχη με την οποία δεν συμφωνεί. Το θάρρος του Φον Τραπ είναι εμφανές καθώς εκφράζει έντονα τις αντιρρήσεις του για τον πόλεμο και το καταπιεστικό καθεστώς. Επιπλέον, αντιστέκεται έμπρακτα θυσιάζοντας τον πλούτο, το σπίτι και τις κοινωνικές του σχέσεις προκειμένου να παραμείνει πιστός στις ηθικές του αρχές.

Η Μαρία εμφανίζεται επίσης γενναία ακολουθώντας την απόφαση του Γκέοργκ, αλλά και βρίσκοντας το σθένος να αλλάξει τη διαγεγραμμένη πορεία της ζωής της. Ως ορφανή κοπέλα μεγάλωσε κοντά στο μοναστήρι και αποφάσισε να εισχωρήσει σε αυτό. Όμως μην έχοντας λάβει υπόψιν της τον δυναμικό και πρόσχαρο χαρακτήρα της και τα λανθάνοντα μητρικά της ένστικτα, δεν συνειδητοποίησε την ασυμβατότητα της με την άκαμπτη και άχαριν φύση της μοναστικής ζωής. Όταν όμως αποκτά για πρώτη φορά την ευκαιρία να βιώσει τη χαρά, την εργασία, τη ρομαντική και την οικογενειακή αγάπη, συνειδητοποιεί ότι μια ισορροπημένη ζωή μπορεί της προσφέρει περισσότερο νόημα και αυτοολοκλήρωση από ότι η απομάκρυνση της από τον κόσμο.